-
1 χειροηθης
21) прирученный, ручной, смирный(κροκόδειλος Her.; πῶλος Xen.; λέων Diod.; χειριήθη τινὰ ποιεῖν ἑαυτῷ Dem.)
2) привыкший, освоившийся(τοῖς πόνοις Plut.)
χ. τῇ ὕβρει Luc. — привыкший сносить обиды3) привычный, обычныйτὰ φαινόμενα δεινὰ ποιεῖσθαι τῇ διανοίᾳ χειριήθη Plut. — освоиться с тем, что казалось страшным;
τὰ ὅπλα τοῖς σώμασιν ἐγένοντο χειροήθη καὴ κοῦφα Plut. — оружие становилось удобным и легким -
2 χειροήθης
χειρο-ήθης, ες,A accustomed to the hand, manageable, commonly of animals, tame,κροκόδειλος Hdt.2.69
; θεός τις χ., as Cambyses sneeringly calls Apis, Id.3.28;χ.πῶλος X.Eq.2.3
;λέων D.S.1.48
, etc.: c. dat., used to,ἐγχέλεις ἀνθρώποις χ. Plu.2.976a
; [θηρία] χ. γιγνόμενα τοῖς πόνοις, i.e. by training, ib.2f.2 of persons, civilized, Str.11.2.4; amenable, c. dat., μοι χ. ἦν καὶ ἐτιθας (ς) εύετο (fort. ἐτετιθάσευτο ) had become submissive to me, of a person, X. Oec.7.10; ;τῷ δήμῳ Plu.Per.15
;τοῖς [ἐν φιλοσοφίᾳ λεγομένοις] παρέχουσιν ἑαυτοὺς χ. Id.2.14e
; χ. ὕβρει used to it, Luc.Merc.Cond.35: [comp] Comp.,ἡδονῇ -έστερος Jul.Caes. 318a
.3 of things, manageable, tolerable,τῇ διανοία χ. διὰ τῆς ὄψεως Plu.Mar.16
;τὰ ὅπλα τοῖς σώμασιν ἐγίνετο χ. Id.Phil.9
, cf. 2.47b;αὑτῷ χ. καταστησάτω τὸ παθηματικὸν τῆς ψυχῆς μόριον Jul. Or.6.199c
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χειροήθης
-
3 χειρο-ήθης
χειρο-ήθης, ες, an die Hand gewöhnt, gut od. leicht zu handhaben, bes. von Thieren, zahm; Her. 2, 69; neben πρᾷοι, ἀλλήλοις, Plut. conj. praec. A. Poplic. 10; πόλις Num. 45, u. öfter; τὰ ὅπλα τοῖς σώμασιν ἐγίνετο χειροήϑη, handgerecht, passend, Philop 9; übertr., τιϑασεύουσι χειροήϑεις ἑαυτοῖς ποιοῠντες Dem. 3, 31; χειροήϑης τῇ ὕβρει Luc. merc. cond. 35; ἔϑνη, Völkerschaften, im Ggstz von ἄγρια, Strab. 11, 2,4. – Aber ϑεὸς χειροήϑης, vom Apis, ein Gott, den man mit Händen greifen kann, Her. 3, 28.
См. также в других словарях:
χειροήθης — όηθες, Α 1. (για ζώο) συνηθισμένος στα χέρια κάποιου, εκείνος τον οποίο εύκολα μπορεί κανείς να μεταχειριστεί, ήμερος (α. «πολλὰ τῶν ἀγρίων ζῴων δαμαζόμενα γίνονται χειροήθη», Διόδ. Σικ. β. «ἐκ πάντων δὲ ἕνα ἑκάτεροι τρέφουσι κροκόδειλον,… … Dictionary of Greek